- αντρέ
- το άκλ. передняя
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
αντρέ — αντρέ, το και αντρές, ο (λ. γαλλ.), ο χώρος στο σπίτι μπροστά από τα δωμάτια: Περίμενε στον αντρέ … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Ντιντ, Αντρέ — (Andre Deed, Χάβρη 1884 – Παρίσι 1931). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Γάλλου ηθοποιού, σκηνοθέτη και σεναριογράφου Αντρέ ντε Σαπέ (Andre de Chapais). Υπήρξε ο πρώτος κωμικός του κινηματογράφου που βγήκε από την ανωνυμία. Από το 1906 άρχισε να… … Dictionary of Greek
Αμπέρ, Αντρέ-Μαρί — (André Marie Ampére, Πολεμιέ ο Μον ντ’ Ορ, Λιόν 1775 Μασσαλία 1836). Γάλλος φυσικός, μαθηματικός, χημικός, φυσιοδίφης και φιλόσοφος. Ο πατέρας του, Ζαν Ζακ Αμπέρ, ήταν έμπορος μεταξιού, ενώ ο ίδιος, προικισμένος με πρώιμη πνευματική ωριμότητα και … Dictionary of Greek
Γκρετρί, Αντρέ Μοντέστ — (Andre Modeste Gretry, Λιέγη 1741 – Μονμορανσί 1813). Βέλγος συνθέτης. Αφού δοκίμασε, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, στις σχολές της Λιέγης και της Ρώμης (όπου εγκαταστάθηκε το 1759), πήγε στη Γενεύη (1766) και ύστερα στο Παρίσι (1767), σε μια εποχή… … Dictionary of Greek
Ζιντ, Αντρέ — (André Gide, Παρίσι 1869 – 1951). Γάλλος συγγραφέας. Έλαβε τη βασική μόρφωση από το καλλιεργημένο οικογενειακό του περιβάλλον (ήταν θείος του ο οικονομολόγος Σαρλ Ζιντ, βλ. λ.). Ο λόγος ήταν ότι αναγκαζόταν συχνά να εγκαταλείπει το σχολείο,… … Dictionary of Greek
Λε Νοτρ, Αντρέ — (Andrè Le Nôtre, Παρίσι 1613 – 1700). Γάλλος αρχιτέκτονας κήπων. Ο πατέρας του, Ζαν Λε Νοτρ, ήταν κηπουρός του Λουδοβίκου ΙΓ’. Ο ίδιος σπούδασε αρχικά ζωγραφική με τον Σιμόν Βουέ και ύστερα αρχιτεκτονική. Το 1637 διαδέχτηκε τον πατέρα του στο… … Dictionary of Greek
Μαλρό, Αντρέ — (Andre Malraux, Παρίσι 1901 – 1976). Γάλλος συγγραφέας, αρχαιολόγος, θεωρητικός της τέχνης και πολιτικός. Ήταν παδί πλούσιας αστικής οικογένειας. Φοίτησε στο λύκειο Γκοντορσέ και κατόπιν στη Σχολή Ανατολικών Γλωσσών του Παρισιού, την οποία… … Dictionary of Greek
Μασενά, Αντρέ — (Andre Massena, Νις 1758 – Παρίσι 1817). Γάλλος στρατηγός, δούκας του Ρίβολι, πρίγκιπας του Έσλινγκ. Κατατάχθηκε το 1791 στον γαλλικό στρατό και σύντομα αναδείχθηκε χάριν στις ικανότητές του σε θέματα τακτικής. Έλαβε μέρος σε όλες τις εκστρατείες … Dictionary of Greek
Μπρετόν, Αντρέ — (Andres Breton, Τινσεμπρέ 1896 – Παρίσι 1966). Γάλλος συγγραφέας. Η καλλιτεχνική του προσωπικότητα διαμορφώθηκε από τους συμβολιστές ποιητές. Σπούδασε ιατρική και απέκτησε μια πρώτη εμπειρία των θεωριών του Φρόιντ ως στρατιωτικός γιατρός. Μετά… … Dictionary of Greek
Ντερέν, Αντρέ — (AndreDerain, Σατού, Σεν ε Ουάζ 1880 – Παρίσι 1954). Γάλλος ζωγράφος και γλύπτης, ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της επιστροφής στον ρυθμό που παρουσιάστηκε στη μοντέρνα τέχνη μετά τον A’ Παγκόσμιο πόλεμο και που άφησε τα ίχνη της στο έργο … Dictionary of Greek
Αντουάν, Αντρέ — (André Antoine, Λιμόζ 1858 – Λε Πουλιγκέν 1943). Γάλλος ηθοποιός και σκηνοθέτης του θεάτρου. Θεωρείται ο κυριότερος εκπρόσωπος του νατουραλισμού στο γαλλικό θέατρο. Άρχισε να δείχνει ενδιαφέρον για το θέατρο όταν ακόμα ήταν απλός υπάλληλος της… … Dictionary of Greek